Υπάρχει αξιοπιστία και εγκυρότητα στην επιχειρούμενη αξιολόγηση σχολικών μονάδων; Σκέψεις για μελλοντικά σενάρια

Διάδωσέ το

“..όλα δείχνουν -παρά τον θόρυβο που επιχειρείται να προκληθεί, αναφορικά με τα αποτελέσματα που έχουν ήδη επιτευχθεί- πως θα μπορούσε να ισχυριστεί κάποιος ότι τελικά «ὤδινεν ὄρος καί ἔτεκεν μῦν» («κοιλοπονούσε το βουνό και γέννησε ένα ποντίκι»)”

Γιώργος Μπαγάκης 

Ομότιμος Καθηγητής στο Τμήμα Κοινωνικής και Εκπαιδευτικής Πολιτικής

του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου

 

  • Εισαγωγικά 

Αν και ειλικρινά δεν ήθελα να γράψω ξανά για τα τεκταινόμενα στην κεντρική εκπαιδευτική πολιτική σκηνή, τα οποία έχουν γίνει, κατά κανόνα, μάλλον μονότονα, γραφειοκρατικά, και συχνά, με βασικό στόχο πρωτίστως την επικοινωνία, οι εξελίξεις των τελευταίων μηνών καθώς και οι συζητήσεις μου με εκπαιδευτικούς και στελέχη της σχολικής εκπαίδευσης, με ώθησαν στο να γράψω λίγες σκέψεις μια ακόμα φορά. 

Είναι κοινός τόπος ότι υπάρχει φόβος στην εκπαιδευτική κοινότητα. Οι εκπαιδευτικοί και τα στελέχη δύσκολα μπορούν να εκφραστούν δημόσια σε ένα  κλίμα, έντονα διοικητικό, στο οποίο οι κρατούντες μάλλον δεν κατανοούν επαρκώς τις εκπαιδευτικές και τις ψυχολογικές διαστάσεις καθώς και ευρύτερα τα προβλήματα που έχουν προκύψει από την πανδημία στη σχολική κοινότητα και όχι μόνο. 

Όλα σχεδόν έχουν μετατραπεί πρωτίστως σε αριθμούς: πόσα σεμινάρια πραγματοποιήθηκαν, πόσα προγράμματα σπουδών εκπονήθηκαν, πόσα πρότυπα και πειραματικά σχολεία ιδρύθηκαν κ.ά. Το πώς έγιναν όλα αυτά καθώς και πόσα εξ αυτών έχουν ουσιαστική επίδραση θεωρούνται μάλλον ήσσονος σημασίας (Μπαγάκης, 2021).

 Θα περιοριστώ ωστόσο, μόνο στο θέμα της αξιολόγησης των σχολικών μονάδων και θα υποστηρίξω ότι όλα δείχνουν -παρά τον θόρυβο που επιχειρείται να προκληθεί, αναφορικά με τα αποτελέσματα που έχουν ήδη επιτευχθεί- πως θα μπορούσε να ισχυριστεί κάποιος ότι τελικά «ὤδινεν ὄρος καί ἔτεκεν μῦν» («κοιλοπονούσε το βουνό και γέννησε ένα ποντίκι»). Ταυτόχρονα θα προσπαθήσω να συνδέσω την αξιολόγηση που επιδιώκεται με τα προβλήματα της εκπαιδευτικής κοινότητας, όπως έχουν αναδειχτεί τελευταία. Κοινός τόπος τους είναι ένα διαρκές τρέξιμο, φόρτος και πίεση των εκπαιδευτικών, χωρίς όμως να διαφαίνεται κάτι ουσιαστικό και καινοτόμο στα σχολεία.

  • Αναστοχαζόμενοι στην υπάρχουσα κατάσταση

Στη σχολική εκπαίδευση βρισκόμαστε σε μια πρωτόγνωρη περίοδο μετά από πολλές δεκαετίες. Οι εκπαιδευτικοί αλλά και οι μαθητές βίωσαν και βιώνουν τις συνέπειες της διετούς πανδημίας, του εγκλεισμού, τη διατάραξη της κοινωνικότητας κτλ, τα οποία έχουν επισημανθεί έγκαιρα τόσο σε ελληνικό (υπάρχουν πολλά σχετικά συνέδρια και άρθρα) όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο (δες π.χ. πρόσφατα σχετικά συνέδρια και βιβλιογραφία της UNESCO). Τους τελευταίους μήνες προστέθηκαν οι αρνητικές περιστάσεις και οι οικονομικές συνέπειες του πολέμου στην Ουκρανία. 

Οι εκπαιδευτικοί ταυτόχρονα έχουν (είχαν περισσότερο στο παρελθόν) επιφορτιστεί με όλες τις ευθύνες των ελέγχων, της προφύλαξης και των συνεπειών από την πανδημία στα σχολεία, την αντιμετώπιση των προβλημάτων που δημιουργούνται από τις συχνές μολύνσεις από covid19 (ιδιαίτερα μέχρι την περίοδο των διακοπών του Πάσχα), τόσο εκπαιδευτικών όσο και  μαθητών.  Σαν να μην έφταναν όμως αυτά έχουν προστεθεί το τελευταίο διάστημα στα σχολεία πάρα πολλές υποχρεώσεις που προκύπτουν από μη καλά επεξεργασμένες αλλαγές που επιδιώκονται από τα πάνω (top-down) χωρίς επαρκή υποστήριξη, σε ένα κλίμα διοικητισμού (Παναγιωτόπουλος, 2021) και «λαγνείας» των αριθμών (Μπαγάκης, 2021). Πιο συγκεκριμένα:

Οι διευθυντές των σχολικών μονάδων βρίσκονται στο μεταίχμιο της εφαρμογής εκπαιδευτικών αλλαγών που έχουν έρθει από τα πάνω (top-down) και έχουν επιφορτιστεί με πάρα πολλές ευθύνες, τις οποίες δύσκολα μπορούν να διαχειριστούν.

Οι συντονιστές εκπαιδευτικού έργου, οι οποίοι έχουν την επιστημονική ευθύνη σε μεγάλο αριθμό σχολείων, περιμένουν με ανασφάλεια το πότε θα επανακριθούν τους επόμενους μήνες, γεγονός που αν επιτευχθεί θα αλλάξει σημαντικά το αντικείμενο της εργασίας τους (από τον κύριο επιμορφωτικό και υποστηρικτικό ρόλο τους στα σχολεία θα μετατραπούν περισσότερο σε αξιολογητές τους). Λίγοι από αυτούς και μάλιστα από τους αρκετά δραστήριους και ανιδιοτελείς, επέλεξαν ήδη είτε την έξοδο με την πρόωρη συνταξιοδότηση, είτε δεν έκαναν αίτηση για επανάκριση, αφού δεν θέλουν να αλλάξουν σε μεγάλο βαθμό τη φύση της εργασίας τους. Το τελευταίο βέβαια είναι  δύσκολο για τους νεότερους, που έχουν αρκετό εργασιακό βίο μπροστά τους.

Οι εκπαιδευτικές ομοσπονδίες «ζαλισμένες» και αυτές από τον διαρκή πόλεμο και την απαξίωση που δέχτηκαν από την κυβέρνηση και τους επιτελικούς της φορείς, προσπαθούν να αντιδράσουν άλλοτε περισσότερο και άλλοτε λιγότερο επιτυχημένα. Θα πρέπει να επισημανθεί ότι μια από αυτές επέλεξε μια περισσότερο επιστημονική άμυνα και συμμαχίες που φαίνεται να την προφυλάσσουν ως ένα βαθμό από τις ποικίλες επιθέσεις και κατηγορίες που προαναφέρθηκαν. Βέβαια δεν υπάρχει μια στοιχειώδης σύνθεση και συστηματική συγκεκριμενοποίηση στα κρίσιμα εκπαιδευτικά ζητήματα που απασχολούν την εκπαιδευτική κοινότητα. Έτσι, η επεξεργασία ενός σύγχρονου, ελκυστικού, εναλλακτικού εκπαιδευτικού λόγου δυστυχώς  παραμένει ζητούμενο και απαιτεί πολλή δουλειά ακόμα.

Το εγχείρημα της αξιολόγησης σχολικών μονάδων εξελίσσεται σε αυτό το κλίμα της σχολικής κοινότητας. 

Κάποιοι στην κυβέρνηση θεωρούν ότι αποδεικνύονται συνεπείς στις προεκλογικές τους δεσμεύσεις. Κατάφεραν, με όποια μέσα χρησιμοποίησαν (νομικά, διοικητικά, δικαστικά) να πραγματοποιήσουν την «πολυπόθητη» γι’ αυτούς αξιολόγηση των σχολικών μονάδων.

Είναι όμως έτσι; 

Όπως έγκαιρα είχε επισημανθεί πριν την έναρξη του σχεδίου εφαρμογής της αξιολόγησης (Μπαγάκης, 2021α), παρά τις μεγάλες εξαγγελίες, τις αναβολές, τις παλινωδίες, τις εντάσεις, την αναστάτωση και την αγωνία που επικράτησαν θα μπορούσε ενδεχομένως να ισχυριστεί σήμερα κάποιος ότι τελικά: «ὤδινεν ὄρος καί ἔτεκεν μῦν», όπως θα συζητηθεί στη συνέχεια.

  • Έχει άραγε αξιοπιστία και εγκυρότητα η «αξιολόγηση» που  πραγματοποιείται;

Στη γενικότερη λοιπόν σύγχυση, ένταση και ταλαιπωρία λόγω της πανδημίας, με απειλές διοικητικών κυρώσεων οι εκπαιδευτικοί πειθαναγκάστηκαν κατά κανόνα τελικά να συμπληρώσουν κάποια έντυπα προγραμματισμού και αποτίμησης δράσεων της περασμένης σχολικής χρονιάς καθώς και προγραμματισμού δράσεων της τρέχουσας (αυτό δεν σημαίνει βέβαια ότι όλα έγιναν, επειδή πολλοί αναγκάστηκαν να τα γράψουν). Όλα μάλιστα τα προηγούμενα ολοκληρώθηκαν μετά από πολλές αναβολές και παλινωδίες από την κεντρική εκπαιδευτική εξουσία. Ως γνωστόν, τα κείμενα αναρτήθηκαν σε πλατφόρμα, στην οποία είχαν πρόσβαση και οι αρμόδιοι συντονιστές εκπαιδευτικού έργου, οι οποίοι κλήθηκαν να σχολιάσουν τα κείμενα της τρέχουσας χρονιάς. 

Αυτός ήταν ο τρόπος «εξωτερικής αξιολόγησης» μέχρι τώρα, ο οποίος βασίστηκε στα δεδομένα της τρέχουσας χρονιάς που αναφέρθηκαν, χωρίς οι «σχολιαστές» να έχουν επισκεφτεί επαρκώς  όλα τα σχολεία ευθύνης τους, χωρίς να έχουν διαπιστώσει πώς έγιναν αυτοί οι σχεδιασμοί, αν πραγματοποιήθηκαν, αν ωραιοποιήθηκαν, αν όλοι αυτοί που δηλώνονται ότι συμμετείχαν πράγματι συμμετείχαν κτλ. Θα πρέπει να επισημανθεί επίσης ότι σε κάποιες περιπτώσεις, όπως στην περίπτωση νηπιαγωγείων, ένας συντονιστής εκπαιδευτικού έργου είχε την ευθύνη πάρα πολύ μεγάλου αριθμού σχολείων. Είναι δε γνωστό ότι πολλοί από τους συντονιστές εκπαιδευτικού έργου έκαναν αυτό τον σχολιασμό αναγκαστικά και διεκπεραιωτικά, χωρίς να πιστεύουν ιδιαίτερα αυτά που έγραψαν. Να επισημανθεί βέβαια ότι, όταν είχαν υποβάλει υποψηφιότητα για τη θέση που κατέλαβαν, οι διαδικασίες αυτές δεν ήταν κυρίαρχες στα καθήκοντα τους. 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ  Αυστηρότερες ποινές στα σχολεία: Είναι η λύση του προβλήματος της σχολικής βίας;

Θα πρέπει τέλος να επισημανθεί ότι παραμένει ακόμα αναπάντητο το ερώτημα: «σε ποιο θεωρητικό και μεθοδολογικό μοντέλο βασίζεται άραγε η  πολυπόθητη αξιολόγηση της σχολικής μονάδας;».

  • Συζήτηση για την προοπτική 

Αξίζει ενδεχομένως τον κόπο μια περαιτέρω συζήτηση αναφορικά με τη συνθήκη που διαμορφώθηκε καθώς και για τα πιθανά μελλοντικά σενάρια.

α. Η υλοποίηση της αξιολόγησης με τον τρόπο που πάει να ολοκληρωθεί και να κατατάξει τα σχολεία σε κατηγορίες (αποκλείεται να μείνει μυστική η κατάταξη όπως ισχυρίζεται επίσημα η ηγεσία του Υ.ΠΑΙ.Θ.), με το έλλειμμα αξιοπιστίας και εγκυρότητας που τη χαρακτηρίζει, αποτελεί ένα στοιχείο, το οποίο είναι πιθανό να δημιουργήσει προβλήματα.

β. Καλό θα είναι οι ομοσπονδίες των εκπαιδευτικών, τα κόμματα, τα πανεπιστήμια  να μελετήσουν προσεκτικά το νέο σκηνικό όπως διαμορφώνεται. Πρόκειται για μια νέα συνθήκη. Παρά τις όποιες ομοιότητες υπάρχουν με το 2013, το πλαίσιο είναι αρκετά διαφορετικό είτε λόγω της πανδημίας που καθόρισε πολλά, είτε λόγω του ότι οι ηγεσίες του Υ.ΠΑΙ.Θ. και του Ι.Ε.Π. είναι διαφορετικές. Επιπλέον παρά τις ομοιότητες του μοντέλου που ζητήθηκε να εφαρμοστεί σε σύγκριση με αυτό του 2013,  υπάρχουν ωστόσο και σημαντικές διαφορές από το προηγούμενο, γιατί υπάρχουν διαφορές στις στάσεις των εκπαιδευτικών και των σχολείων στην υπάρχουσα συγκυρία εννιά χρόνια μετά.

γ. Θα πρέπει να λάβουμε υπόψη μας ότι υπάρχουν δεσμεύσεις ως προς την αξιολόγηση απέναντι στην Ε.Ε. και θα πρέπει να βρεθούν κάποια στιγμή συναινετικοί τρόποι υπέρβασης της έλλειψης εμπιστοσύνης που έχει δημιουργήσει ο «επιθεωρητισμός» στην εκπαιδευτική κοινότητα μέχρι και σήμερα, τριάντα εννιά χρόνια(!) μετά από την κατάργησή του, καθώς και οι ανεπιτυχείς πολιτικές ως προς την θεσμοθέτηση αξιολόγησης, οι οποίες ακολούθησαν (Κουτσογιάννης, 2021; Μπαγάκης, 2017). Τα προβλήματα αυτά και η έλλειψη εναλλακτικών πολιτικών, παρά τα τριάντα εννιά χρόνια που μεσολάβησαν, έδωσαν λαβή, ώστε να ενδυναμωθούν διοικητικές και νεοφιλελεύθερες αντιλήψεις για την αξιολόγηση στο κυβερνόν κόμμα και όχι μόνο. Όμως η ελληνική εκδοχή και η εφαρμογή αυτών των αντιλήψεων, εν τέλει, δεν φαίνεται να δίνει βιώσιμη λύση, αλλά μάλλον θυμίζει «βαλκανικού κυρίως τύπου στρεβλώσεις», με άγνωστο μέλλον. 

δ. Δεν θα μπορούσε εύκολα να ισχυριστεί κάποιος ότι σήμερα έχει οικοδομηθεί μια βιώσιμη και στοιχειωδώς συναινετική κουλτούρα αξιολόγησης μετά από όσα συνέβησαν τον τελευταίο τουλάχιστον χρόνο, αφού δεν υπάρχει καμιά σύγκλιση στην ασκούμενη εκπαιδευτική πολιτική, αλλά κυρίως η επιβολή της (Μπαγάκης, 2021β).

ε. Ας σκεφτούμε όμως στο υπόλοιπο κείμενο και κάποια πιθανά σενάρια. 

Αν οι εκλογές πραγματοποιηθούν το φθινόπωρο, όπως πιθανολογείται έντονα τι θα συμβεί ως προς την αξιολόγηση; Θα έχουν άραγε «προκάνει» στο Υ.ΠΑΙ.Θ. να στελεχώσουν την εκπαίδευση με τα άτομα εκείνα που θα συνεχίσουν την εμπέδωση της σημερινής εκπαιδευτικής πολιτικής για την αξιολόγηση; 

Σε κάθε περίπτωση, το αργότερο μετά από ένα χρόνο θα προκηρυχθούν εθνικές εκλογές. Θα παραμείνει άραγε κυρίαρχο το κυβερνών κόμμα για να εμπεδώσει τα «επιτεύγματά του»; 

Η σημερινή κυβερνητική αυτοδυναμία μάλλον αποκλείεται να υπάρχει (το δηλώνει έμμεσα και το κόμμα που κυβερνά σήμερα, αλλά συνάγεται επίσης και από τις δημοσκοπήσεις κ.ά.). Αν υπάρξει κυβέρνηση συνεργασίας με πρωθυπουργό τον ίδιο με σήμερα, τότε η  σημερινή  υπουργός παιδείας (η οποία είναι πολύ λίγο αποδεκτή ακόμα και στο σημερινό κυβερνών κόμμα) θα πρέπει μάλλον να αποκλειστεί.

Αν υπάρξει κυβέρνηση συνεργασίας με πρωθυπουργό προερχόμενο από κόμμα, το οποίο δεν είναι το σημερινό κυβερνών κόμμα, τότε όλα τίθενται εξ υπαρχής.

Όπως προαναφέρθηκε λοιπόν, το αργότερο μετά ένα χρόνο θα προκηρυχθούν εθνικές εκλογές. Αν δεν παραμείνει κυρίαρχο όπως σήμερα το κυβερνών κόμμα, τι είδους βιώσιμες εναλλακτικές μπορούν να προταθούν και πώς, αναφορικά με την αξιολόγηση; Το ερώτημα αυτό νομίζω είναι επίκαιρο και κρίσιμο σήμερα, έχει πάρα πολλούς αποδέκτες, πολλών πολιτικών αποχρώσεων, και δυστυχώς δεν είναι «ευκολάκι»…

Πώς άραγε τότε θα υπάρξουν εναλλακτικές πολιτικές που θα επιλύουν χρόνια προβλήματα της αξιολόγησης και όχι μόνο και πώς θα πεισθούν στοιχειωδώς οι εκπαιδευτικοί να ενεργοποιηθούν ουσιαστικά πέρα από το δήθεν και το εντέλλεσθε, τα οποία μάλλον κυριαρχούν σήμερα;

Το δόγμα «σχεδιάζω  προεκλογικά μια εκπαιδευτική πολιτική και αυτή θα πρέπει να υλοποιηθεί με κάθε μέσο», χωρίς να λαμβάνεται υπόψη ο τρόπος και ο βαθμός αποδοχής της από τις κοινωνικές ομάδες στις οποίες απευθύνεται, μάλιστα με πενιχρή θεωρητική και μεθοδολογική επεξεργασία, φαίνεται να οδηγεί σε αδιέξοδο…

Τελευταίο, αλλά ίσως το πιο σημαντικό είναι το πώς η εκπαιδευτική κοινότητα, θα εμπιστευτεί ξανά, θα δει ελπίδα και προοπτική μετά από τις πολλαπλές πολιτικές διαψεύσεις, και επιθέσεις, καθώς και μετά τις ποικίλες ταλαιπωρίες (μνημόνια, πανδημία) που έχει υποστεί, οι οποίες την έχουν φέρει σε απόγνωση. Υπάρχει άραγε απάντηση σε αυτό το κρίσιμο  ερώτημα;

  • Αναφορές

Κουτσογιάννης, Δ. (2021) Η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών ως πολιτικό πρόβλημα. ESOS  (https://www.esos.gr/arthra/74928/i-axiologisi-ton-ekpaideytikon-os-politiko-provlima)

Μπαγάκης, Γ. (2017) Απόπειρα αποτίμησης της δεκαεννιάχρονης εμπειρίας αυτό-αξιολόγησης σχολείου στην Ελλάδα. Τι τελικά καθορίζει την αυτοαξιολόγηση; Νέα Παιδεία, τ. Μαΐου. 

Μπαγάκης, Γ. (2021) Νέο σχολείο τον Σεπτέμβρη!  Η τεχνική ορθολογικότητα, η κακοποίηση των επιστημών της εκπαίδευσης και της εκπαιδευτικής πολιτικής. Fresh Education (www.fresh-education.gr/νέο-σχολείο-του-σεπτέμβρη-η-τεχνική-ορ/).

 

Μπαγάκης, Γ. (2021α) Αυτό-αξιολόγηση σχολείου. Μη βαφτίζουμε το κρέας ψάρι. Fresh Education (www.fresh-education.gr/αυτοαξιολόγηση-σχολείου-μη-βαφτίζου/)

 

Μπαγάκης, Γ. (2021β) Αξιολόγηση στη σχολική εκπαίδευση. Να βάλουμε «το άλογο μπροστά από το κάρο». Fresh Education (www.fresh-education.gr/αξιολόγηση-στη-σχολική-εκπαίδευση-να/)

Παναγιωτόπουλος, Γ. (2021) Όταν η ποινικοποίηση της εκπαίδευσης υποκαθιστά την πολιτική. Fresh Education. Fresh Education (www.fresh-education.gr/tag/παναγιωτόπουλος-γιώργος/)

 

Ευχαριστώ έξι μέλη της εκπαιδευτικής κοινότητας (διευθυντές σχολικών μονάδων, συντονιστές εκπαιδευτικού έργου, πρώην σχολικούς συμβούλους) που διάβασαν  και σχολίασαν το κείμενο πριν από την τελική του μορφή.

Δείτε επίσης

Επιμόρφωση ΙΕΠ για Τ.Υ. και ΔΥΕΠ: Εγγραφές από Δευτέρα 11/3

Διάδωσέ το   «Επιμόρφωση ΙΕΠ για Τ.Υ. και ΔΥΕΠ: Εγγραφές από Δευτέρα 11/3» είναι ο …

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *